Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Η Εμφάνιση των Αιρέσεων αποτέλεσε σημαντικό κριτήριο για τον σχηματισμό Κανόνος της Κ.Δ.

Το γεγονός ότι οι αιρέσεις εμφανίσθηκαν ως εναντιούμενες στην αποστολική παράδοση με την προκλητική παρερμηνεία των Αγίων Γραφών και την επίκληση μιάς άλλης αποστολικής παραδόσεως, η οποία παραδόθηκε μυστικώς απο τους αποστόλους ή και τους μαθητές τους στους αιρετικούς, κατέστησε αναγκαία τη συστηματικότερη προβολή της κατεχόμενης και βιούμενης απο την Εκκλησία αυθεντικής αποστολικής παραδόσεως. Το έργο αυτό ήταν δυσχερές, καθ'οσον οι αιρετικοί "δια της πανούργος συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τον νούν των απειροτέρων και αιχμαλωτίζουν αυτούς, ραδιουργούντας τα λόγια του Κυρίου, εξηγηταί κακοί των καλώς ειρημένων γενόμενοι...πιθανώ δε περιβλήματι πανουργώς κοσμουμένη (=η αίρεσις) και αυτής της αληθείας αληθεστέραν εαυτήν παρέχει φαίνεσθαι δια της έξωθεν φανατασίας τοις απειροτέροις" (Ειρηναίου, Κατά αιρέσεων, προοίμιον). Η τακτική αυτή των γνωστικών και των άλλων αιρετικών ήταν εσφαλμένη, καθ'οσον αυτοί "περί των όλων αυχούσι πλείον των άλλων εγνωκέναι, εξ αγράφων αναγιγνώσκοντες, και το δή λεγόμενον, εξ άμμου σχοινία πλέκειν επιτηδεύοντες, αξιοπίστως προσαρμόζειν πειρώνται τοις ειρημένοις, ήτοι παραβολάς κυριακάς ή ρήσεις προφητικάς ή λόγους αποστολικούς, ίνα το πλάσμα αυτών μή αμαρτυρον είναι δοκή, την μέν τάξιν και τον ειρμό των Γραφών υπερβαίνοντες και όσον εφ'εαυτοίς λύοντες τα μέλη της αληθείας, μεταφέρουσι δε και μεταπλάττουσι και άλλο εξ άλλου ποιούντες εξαπατώσι πολλούς, τη των εφαρμοζομένων κυριακών λογίων κακοσυνθέτω σοφία..." (Ειρηναίου, Κατά Αιρέσεων, Ι,8)

Ο Ειρηναίος αναφέρεται σε "αμύθητον πλήθος αποκρύφων και νόθων γραφών" των γνωστικών (Κατά αιρέσεων,Ι,20,1), όπως επίσης και στη συστηματική παρερμηνεία των γνησίων αποστολικών έργων. Η Εκκλησία έπρεπε να αποκρούσει και τις δύο τάσεις με την αντιπαράθεση της αποστολικής παραδόσεως των τοπικών Εκκλησιών ως του μοναδικού "κανόνος της αληθείας"(Regula veritaris)​, πυρήνας της οποίας ήσαν τα γνήσια βιβλία της Κ.Δ., ως αυθεντικό θεμέλιο της αληθούς πίστεως(Fundamentum fidei)​. Κατά τον Τερτυλλιανό, οι γνωστικοί απο περιέργεια αθετούν το Ευαγγέλιο, ενώ τσην Εκκλησία για τους πιστούς "curiositate opus non est post Chrtum Jesum nec inquisitione post Evangelium. Cum credimus, nihil, desideramus ultra credere. " (De praescr, haer, 7). Το γεγονός λοιπόν ότι οι αιρετικοί γενικότερα θεμελίωναν τις πλανημένες δοξασίες τους σε νόθα αποστολικά βιβλία, τα οποία ψευδεπίγραφως αποδίδοντο στους αποστόλους ή εθεωρούντο ότι είχαν παραδοθεί μυστικώς σε αυτούς, όπως επίσης και σε συστηματική παρερμηνεία ή νόθευση των αυθεντικών βιβλίων των αποστόλων, κατέστησε επειτακτική την ανάγκη συγκροτήσεως ενός "Κανόνα" της Καινής Διαθήκης. Πράγματι, οι αιρετικοί παρουσιάζοντο ως "αθετούντες την ιδέαν του Ευαγγελίου και είτε πλείονα είτε ελάττονα των ειρημένων παρεισφέροντες Ευαγγελίων πρόσωπα, οι μεν, ίνα πλείονα δό​ξωσι της αληθείας εξειρηκέναι. Οι δε, ίνα τας οικονομία του Θεού αθετήσωσιν" (Ειρηναίου, κατά Αιρέσεων,ΙΙΙ,11,9).

Βεβαίως, ήδη κατά την εποχή αυτή υπήρχαν πολλές συλλογές των αυθεντικών βιβλίων της Κ.Δ. αλλά η κατοχή όλων των αυθεντικών βιβλίων της Αγίας Γραφής απο όλες τις τοπικές εκκλησίες ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Η απόκτηση τους ηταν πολύ δαπανηρή, η δε συντήρηση των παπύρινων ειληταρίων δεν ήταν πάντοτε αποτελεσματική.  Μόνο οι μεγάλες τοπικές Εκκλησίες μπορούσαν να διαθέτουν πλήρη συλλογή όλων των βιβλίων της Αγίας Γραφής. Η προβολή απο τους αιρετικούς νόθων αποστολικών βιβλίων προσέδωσε στις συλλογές αυτές και τον χαρακτήρα του "κριτηρίου" της επίσημης διακρίσεως των γνησίων απο τα νόθα. Ως κριτήρια για τη συγκρότηση της συλλογής αυτής ελήφησαν αφ'ενός μεν η απόδειξη της αποστολικής προελεύσεως των αποστολικών βιβλίων, αφ'ετέρου δε η γενική χρήση τους απο όλες ή τουλάχιστον τις περισσότερες τοπικές Εκκλησίες. Ο λεγόμενος Μουρατόριος κανόνας συντάχθηκε κατά το τέλος του Β'αί., περιγράφει τη συγκρότηση των κανονικών βιβλίων της Κ.Δ. και επισημαίνει τα μη κανονικά βιβλία. Ο Τερτυλλιανός(De pudicitia,10) ​γνώριζε τη διάκριση κανονικών και νόθων βιβλίων της Κ.Δ. σε όλες τις Εκκλησίες, αλλά με την πάροδο του χρόνου οι διαφορές σε μερικά βιβλία ήρθησαν και επήλθε ομοφωνία με τη συγκρότηση του Κανόνα της Κ.Δ. υπό τη μορφή: Ευαγγέλια, Πραξεις των Αποστόλων, Επιστολές και Αποκάλυψις. Ο Ευσέβιος Καισαρείας (Βίος του Μ.Κωνσταντίνου,ΙV, 34, 36-37) αναφέρει τον γενικώς αναγνωριζόμενο Κανόνα της Κ.Δ. Με τον Κανόνα αυτόν αποδεικνυόταν ότι η διδασκαλία των αιρετικών, μη περιεχόμενη στα γνήσια βιβλία της Κ.Δ., στηριζόταν μόνα στα νόθα και ήταν ψευδής. Κατά τον Δ' αιώνα πραγματοποιήθηκε και η συλλογή των 27 κανονικών βιβλίων σε ενιαίους περγαμηνούς κώδικες, οι οποίοι ήσαν πλέον προσιτοί στις κατά τόπους Εκκλησίες.

Εκκλησιαστική Ιστορία, Βλασίου Ιω. Φειδά, τόμος A'​

1 σχόλιο: